Η συνάντηση των τεσσάρων (Εφτά ώρες πριν το τέλος) - Μέρος 3ο - (19/5/2025)

     Ένα γεράκι ανοίγει τα φτερά του. Βγάζει μια κραυγή και τινάζεται πετώντας μακριά από τον πύργο της εκκλησίας. Ο αντίλαλος ακούγεται σε όλο τον τόπο. Η Σελήνη κοιτάζει το θέαμα από ψηλά με ένα σαρδόνιο χαμόγελο. Και έχοντας απόσταση ασφαλείας. Το φώς που εκπέμπει, όσο περνάει η ώρα γίνεται πιο δυνατό. Κι αυτό διότι εξασθενεί σιγά σιγά το φως της πόλης. Τα περισσότερα κτήρια αντιμετωπίζουν παροδικές η μόνιμες διακοπές ρεύματος. Ο κεραυνός που χτύπησε πρίν λίγα λεπτά τις κεντρικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις έχει σκορπίσει το χάος. Το σιδηδορομικό δίκτυο έχει παραλύσει, ενώ στους δρόμους δεν κινείται πια τίποτα. Όσοι έχουν κρατήσει στο σπίτι τους κεριά η λάμπες βρίσκονται σαφώς σε καλύτερη μοίρα. Οι υπόλοιποι απλά ψάχνουν να βρούν το πιο κοντινό φωτισμένο μέρος. 

     Κάποιοι απελπίζονται, πέφτουν στο έδαφος και κοιτάνε την άσφαλτο φυσώντας και ξεφυσώντας. Μοιάζουν σαν να κάνουν μετάνοια. Άλλοι τρελένονται, χάνουν την επαφή τους με την πραγματικότητα. Με σηκωμένα τα φρύδια και γουρλωμένα τα μάτια γελάνε με την ψηλή φωνή ενός τενόρου. Βγάζουν κραυγές που μοιάζουν με αυτές ενός λύκου και σιγά σιγά ακούγονται σαν το κάλεσμα μιας κακόβουλης μάγισας. Χτυπιούνται όπου βρουν μπροστά τους. Τραγουδάνε δυνατά σαν μεθυσμένοι και λένε πράγματα χώρις νόημα. Κάθε σύμβαση που όριζε μέχρι τώρα τη ζωή στην πόλη αρχίζει να καταστρέφεται.

     Η Οδός του Ατέρμονου έχει γίνει ένας ποταμός από πηχτή λάσπη και ακαθαρσίες. Κάποια σκυλιά έχουν παγιδευτεί μέσα σε αυτή την καταβόθρα και μάταια προσπαθούν να αποδράσουν. Ποιός ξέρει τι άλλο κρύβεται παγιδευμένο στον πυθμένα αυτού του ποταμού. Στην Οδό Επανένωσης, το διαμέρισμα του Βλαδίμηρου είναι το μόνο που παραμένει φωτισμένο. Οι τέσσερις φίλοι δείχνουν να αδιαφορούν για αυτό που γίνεται έξω. Μόλις τελείωσαν το φαγητό τους. Μια σιωπή έχει απλωθει στο τραπέζι εδώ και λίγη ώρα.

     Το ρολόι του τζακιού δείχνει 8:35. Η Ιβάνα το κοιτάζει επίμονα. Οι δείκτες την έχουν υπνωτίσει. Ο στοχαστής έχει καρφωθεί στην μποτίλια με το κρασί. Ο Βλαδίμηρος κοιτάζει τον Ιππόλυτο. Κι ο Ιππόλυτος παίρνει τον λόγο.
- Λοιπόν Βλαδίμηρε, τι σχέδια έχεις για το νέο έτος;
- Ε...., χμ...., έχω κάποια πράγματα. Επαγγελματικά εννοείς;
- Γενικά. Έχεις βάλει στόχους; Τι διαφορετικό θά έχει η ζωή σου το νέο έτος;
Ο Βλαδίμηρος σκέφτεται. Ο στοχαστής αμέσως γυρνάει το βλέμα του και τον κοιτάει με μια έκφραση έμφασης και αυστηρότητας. Η Ιβάνα γυρνάει κι αυτή τη ματιά της πάνω του. Ακουμπάει το πηγούνι της πάνω στο λυγισμένο καρπό του χεριού της και τον παρατηρεί με προσοχή. Αρχίζει τότε ο οικοδεσπότης να τα χάνει. Οι χτύποι της καρδιάς του γίνονται πιο γρήγοροι. Οι ήχοι από τους δείκτες του ρολογιού ακούγονται όλο και πιο δυνατά και κάποια στιγμή συγχρονίζονται με το καρδιοχτύπι. Ο μαέστρος δίνει το ρυθμό και η ορχήστρα παίζει μελωδίες της αγωνίας. Το μουσικό αυτό ντελίριο διακόπτει ένας κρότος. 

     Τραντάζεται το πάτωμα, και τα έπιπλα του σπιτιού κουνιούνται πέρα δώθε. Βάζα πέφτουν κάτω και γίνονται θρύψαλα. Ο πολυέλαιος κάνει ξέφρενους κύκλους γύρω από τον εαυτό του σαν σβούρα. Οι ασφάλειες πέφτουν κι όλα τα φώτα του διαμερίσματος σβήνουν. Αρχίζει να ακούγεται ένας συναγερμός από έξω. Μόνο το κερί του τραπεζιού συνεχίζει να τρεμοπαίζει όπως και πριν. Οι καλεσμένοι συνεχίζουν να κάθονται όπως και πριν. Η αταραξία επανέρχεται στον χώρο. Και η συζήτηση αρχίζει ξανά. Όπως και πριν.

     Ο Ιππόλυτος, επίμονος, παίρνει τον λόγο και πάλι. Στρέφεται προς τη γυναίκα της παρέας αυτή τη φορά.
- Εσυ Ιβάνα; Θα προλάβεις να κάνεις αυτό που τόσα χρόνια ήθελες;
- Γιατί να μην προλάβω; 
- Κάθε στιγμή που περνάει και την αφήνεις πλησιάζεις όλο και πιο κοντά στην τελική ματαίωση.
- Και ξέρεις εσύ Ιππόλυτε πότε θα έρθει αυτή;
- Όχι δεν το ξέρω. Ούτε εσύ το ξέρεις όμως. 
- Και ποιός το ξέρει;
- Έχει σημασία.... ; Αυτές οι υποθέσεις αφορούν ελάχιστα εμένα, εσένα η οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο. Τα πράγματα εξελίσονται ανεξάρτητα από τη δική μας βούληση. Μπορείς να εκμεταλλευτείς την περιορισμένη ευκαιρία που σου δίνει ο χρόνος για να αφήσεις το στίγμα σου. Η να υποταχθείς ολοκληρωτικά στην απάθεια του πεπρωμένου σου και να χαθείς μια για πάντα.
- Τώρα είναι αργά Ιππόλυτε. Τόσα χρόνια πέρασαν. Τα πέταξα.... . Τα πέταξα! Και τώρα τι μένει; Η ώρα κυλάει, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα..... . Φεύγουν και δεν ξαναέρχονται. Και τώρα τι μένει;

     Οι τρείς άνδρες την κοιτάζουν σιωπηλοί. Το φως από το κερί αντανακλάται στο πρόσωπό τους. Ο οικοδεσπότης γυρίζει και κοιτάει τον στοχαστή. Κι ο στοχαστής στρέφεται στον Ιππόλυτο. Τότε ο Ιππόλυτος παίρνει μια βαθιά ανάσα και απευθύνει το λόγο στον στοχαστή.
- Εσύ Αλέξανδρε, δείχνεις να έχεις γεναία ψυχή. Μα την αφήσες τόσα χρόνια να καταπλακώνεται κάτω από τις κοινωνικές περιστάσεις, τα θέλω και τα πρέπει των άλλων. Σπάνια τολμούσες να κάνεις το μεγάλο βήμα. Θλίβομαι πολύ όταν βλέπω πνεύματα σαν το δικό σου να επιβιώνουν στο σωλήνα με τα ποντίκια.
- Και τι σημασία έχει αυτό; Γιατί μου το λες τώρα;
- Και παλιότερα να στο έλεγα το ίδιο θα ήταν. Και τότε, "τώρα" θα ήταν για εσένα και για εμένα που ζούσαμε εκείνη τη στιγμή. Το τώρα είναι αυτό που ζούμε κάθε στιγμη και αυτό μπορούμε να αδράξουμε. Αυτό μόνο έχει σημασία. 

     Όλοι έχουν στρέψει τη ματιά τους στον Ιππόλυτο. Τι παράξενος άνθρωπος, σκέφτεται η Ιβάνα. Τι περίεργη ψυχή. Ακόμα και τώρα έχει σθένος και βούληση. Η πραγματικότητα συμβαίνει γύρω του μα δεν τον αγγίζει. Τίποτα δεν τον κάνει να χάσει τη θέληση του για ζωή. Κι όλα έξω τελειώνουν. Σβήνουν, πεθαίνουν, και καταστρέφονται. Κι αυτός εκεί. Δυνατός κι ατάραχος. Ως την τελευταία στιγμή. Μα είναι άνθρωπος αυτός.

Συνεχίζεται...

     








     

Comments