Κι αν η τουρμπίνα σταματήσει...; - Μέρος 1ο (10/6/2025)

     Ο Ανέστης σηκώθηκε από νωρίς το πρωί κι αφού βεβαιώθηκε ότι όλα του τα πράγματα ήταν έτοιμα έφυγε από το σπίτι. Βρίσκεται τώρα καθισμένος στα τελευταία καθίσματα του βαγονιού. Αυτός στη μέση και οι βαλίτσες του στα πλάγια. Ενώ έχει αρκετό χώρο κάτι τον κάνει να νιώθει λίγο άβολα. Το ελαφρύ κούνημα του τρένου σε συνδυασμό με το πρωινό νωχελικό ημίφως φέρνουν στη ψυχή του μια περίεργη αίσθηση. Σαν τότε που ήταν μικρός και βρισκόταν στο δρόμο για το σχολείο. Λίγα λεπτά αδρεναλίνης και πρωινού αέρα πριν μπει στο προαύλιο με τα τερατάκια, και μετά στην αίθουσα με τη στρίγγλα. Τώρα ευτυχώς είναι μακριά από όλα αυτά. Κοιτάζει ευθεία και ψηλά στον απέναντι τοίχο. Στη μέση βρίσκεται μια πόρτα που μένει πάντα κλειδωμένη. Και πάνω της κολλημένο ένα φθαρμένο αυτοκόλλητο που γράφει "Απαγορεύεται η προσπέλαση". Ο ήλιος αρχίζει να ξεπροβάλλει κι αυτός. Μπαίνει με αυτοπεποίθηση από τα παράθυρα και σκορπάει τις ζωηρές του ακτίνες μέσα στο βαγόνι, κάνοντας τους λιγοστούς ληθαργικούς επιβάτες να μπαίνουν σιγά σιγά σε ρυθμούς ημέρας. Χασμουριόνται. Ανοίγουν τα μάτια τους όλο και πιο πολύ. Πλησιάζει η ώρα. Ο Ανέστης νιώθει σαν να τον έχουν πιάσει παραμάσχαλα δυο μαραθωνοδρόμοι αναγκάζοντάς τον να τρέξει μαζί τους. Δεν μπορεί πια ούτε να σταματήσει ούτε να γυρίσει πίσω. Μόνο να πλησιάσει περισσότερο. Και το κάνει. 

     Είναι πια 9:00. Αυτή την ώρα ο Ανέστης συνήθως περνάει τις πόρτες ενός εξαόροφου κτηριού και ανεβαίνει βαριεστημένα προς το γραφείο του, για να περάσει οκτώ ώρες ανίας. Σήμερα όμως βρίσκεται εκτός γραφείου. Στο δρόμο για το ταξίδι που θα κάνει. Είναι από αυτές τις ειδικές ημέρες που έρχονται να σπάσουν τη ρουτίνα με κάτι που ταράζει την ψυχή. Μέχρι στιγμής όλα είναι υπό έλεγχο. 

     Το βαγόνι έχει πια γεμίσει με αρκετό κόσμο. Κάποιοι έχουν αποσκευές μαζί τους και προφανώς πηγαίνουν στο αεροδρόμιο. Οι περισσότεροι έχουν μια νευρικότητα στο βλέμμα τους, όσο περνάει ο χρόνος φαίνεται και πιο έντονα. Στα μάτια του Ανέστη αυτό δεν αργεί να φανεί ύποπτο. Ταχυπαλμία τον πιάνει. Και μια δυσφορία τον περιτρυγυρίζει. Κοιτάζει έξω από το παράθυρο, σαν να προσπαθεί να ξεφύγει από κάτι. Κοροιδεύει τον εαυτό του μάλλον. 

     Έτσι κύλησε η επόμενη μισή ώρα μέχρι να φτάσει στον προορισμό του. Το τρένο μπαίνει τώρα θριαμβευτικά στον τερματικό σταθμό. Όσο επιβραδύνει ταχύτητα τόσο ο Ανέστης νιώθει τον κόμπο στο στομάχι του να σφίγγει. Μέχρι που τελικά σταματάει τελείως. Νιώθει τα πάντα γύρω του να σβήνουν. Να ζωντανεύουν ξάνα και να του φαίνονται τώρα πρωτόγνωρα. Κρύος υδρώτας έχει λούσει το κούτελό του. "Τώρα πρέπει να κατέβω" σκέφτηκε. Δεν έχει πια την άνεση του χρόνου να είναι αδρανής και να πηγαίνει χωρίς δική του ευθύνη στον αυτόματο πιλότο. Καλείται να αναλάβει δράση. Έχει δυό ώρες μέχρι να φύγει το αεροπλάνο. Δυό ώρες περιπλάνησης, σωματικών ελέγχων, και ανίας. Μέσα στους πελώριους χώρους του αεροδρομίου, γεμάτους ταμπέλες, οθόνες με κάθε λογής πληροφορίες, και μια αίσθηση βαβούρας που χάνεται στον αέρα. Κι αυτός ο κόσμος γύρω του, τρέχει σαν δαιμονισμένος προς κάθε σημείο του πλανήτη. Πραγματικό χάος. Τον παρηγορεί τουλάχιστον ότι έχει αρκετό χρόνο ακόμα πριν το σημείο μηδέν. 

Συνεχίζεται...

Comments